Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

 

«Τέμπη», ποίημα του Κώστα Γ. Σταματέλου

Πενήντα επτά ψυχές απαιτούν ΔΙΚΑΙΩΣΗ

tempi

Τέμπη

Για τα παιδιά που χάθηκαν στα Τέμπη αργοκυλά το δάκρυ μου βουβό,
κι από τα φυλλοκάρδια ένα φύλλο πέφτει πεντάρφανο έρμο και φτωχό.
Μοιραίο βράδυ μέσα στ’αγιάζι στη σκοτεινιά, θερισ’ο χάρος κι έγινε φάρος στη λησμονιά.
Κι ένα τραγούδι σαν το λουλούδι φύτρωσε πια στα κρύα χείλη που λένε φίλοι στην παγωνιά.

Τρίτη είκοσι οκτώ Φλεβάρη, έπεσε στο χάρο ζάρι και το τραίνο της γραμμής έπαψε πια να σφυρίζει
πίσω πια δεν θα γυρίσει, κλαιν οι φίλοι κλαίω κι εγώ.
Αγγελούδια μου…πικρά τραγούδια μου δεν σας ξεχνώ,
Γλυκά μου πρόσωπα όρκος στα στήθια μου η θύμησή σας για σας πονώ.

Κώστας Γ. Σταματέλος

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2024

Γ. Δροσίνης

 …..και  θα  ήταν   τουλάχιστο παράτολμο ίσως , όταν μιλώντας  για….επαναστάτες  Ποιητές, συμπεριλάβεις    ανάμεσα  τους  κι  αυτή,   ενός, εκ  των πολυγραφότατων Ποιητών  των παιδιάστικων  χρόνων  μας, που   σημαδεύτηκαν,  μέσα  και  γύρω  απ’ τους  μοναδικούς  στίχους  της …ΑΝΘΙΣΜΕΝΗΣ     ΑΜΥΓΔΑΛΙΑΣ…..
 
«Εκούνησε  την ανθισμένη αμυγδαλιά  με τα χεράκια  της 
  και  γέμισ’ από άνθη  η πλάτη, η αγκαλιά  και τα μαλλάκια της
 Αχ, χιονισμένη  σαν την είδα  την τρελή, γλυκά  τη φίλησα ,
 της  τίναξα όλα τα’ άνθη  από την κεφαλή  κι έτσι της μίλησα
-Τρελλή , να  φέρεις στα  μαλλιά  σου τη χιονιά  Τι τόσο βιάζεσαι;
Mόνη της θ’ άρθη η άγρια  βαρυχειμωνιά , δεν το  στοχάζεσαι;
Tου κάκου  τότε  θα  θυμάσαι   τα  παλιά  τα  παιχνιδάκια  σου ,
Σκυφτή  γριούλα  με τα  κάτασπρα  μαλλιά   και τα γυαλάκια  σου.
                                                                                    «Ιστοί Αράχνης»                                                                                                                                          
..ναι!  σωστά μαντέψατε. Αναφερόμαστε  στον Γεώργιο Δροσίνη . Τον  άνθρωπο, που αγάπησε μ’ όλη του τη ψυχή  ολάκερη την ίδια τη ζωή  με όλες τις  ομορφιές  της  ΚΑΙ την Ελλάδα. Την αγαπούσε και τη νοσταλγούσε την  πατρίδα  του. Η αγάπη του αυτή, αποτυπώνεται περίσσια  με ψυχή  στο …« Το ’’Χώμα Ελληνικό’’, γράφτηκε στη  Λειψία, το Φθινόπωρο του 1885, μια μέρα  βροχερή και τόσο  σκοτεινιασμένη, που άναψα την κρεμαστή λάμπα  του γκαζιού στην κάμαρα μου …πρωτόφταστος   εκεί , ξένος ακόμη στη  στοργική πόλη  που με τον καιρό τόσο αγάπησα , ένιωσα  μια νοσταλγία για την Ελλάδα που  μούφερνε τα δάκρυα στα μάτια   και την απελπισία  στην ψυχή  και στο ξεχείλισμά της  κάθισα  κάτω από το φως και έγραψα  χωρίς διακοπή ,σαν  κάποιος  να μου το υπαγόρευε  κι οδηγούσε το χέρι μου». 
                                                                                                     Ημερολόγιο Γ.Δροσίνη , σελ. 5-6 
 
Χώμα Ελληνικό 
Τώρα  που θα φύγω  και θα πάω στα ξένα,
Και θα ζούμε  μήνες, χρόνους  χωρισμένοι,
Άφησε να πάρω κάτι κι από σένα,
Γαλανή πατρίδα, πολυαγαπημένη ‘
Άφησε  μαζί μου  φυλαχτό  να  πάρω,
για την κάθε  λύπη , κάθε τι  κακό,
Φυλαχτό απ’ αρρώστια ,φυλαχτό  από Χάρο,
Μόνον λίγο χώμα, χώμα Ελληνικό! 
 
Μιλώντας  για το Δροσίνη   ο Σπύρος Παναγιωτόπουλος  στα 25χρονα  από το θάνατό  του,  έγραψε …
- …γεννήθηκε  στις  9  Δεκεμβρίου  1859   στην Αθήνα   από  γονείς Μεσολογγίτες . Προπάππος του ήταν ο Γεώργιος Δροσίνης , ο επιλεγόμενος  Καραγιώργος,  ήταν αντιστράτηγος  στην πολιορκία  κ’ έπεσε στην  Έξοδο.  Γιός, δημοσίου  υπαλλήλου  ο ποιητής,  προοριζότανε  κι  αυτός  για  υπάλληλος. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν  άργησε  να  την εγκαταλείψει   και  να  μεταπηδήσει  στη Φιλοσοφική . Το  πάθος του  για τη   λογοτεχνία, τον  έκανε  να  ξενυχτάει  διαβάζοντας ή γράφοντας , και  το  ένστικτό  του  να  μην   ικανοποιείται  από την πνευματική  παραγωγή του καιρού  του.  Έφηβος  ακόμα,  έσπασε, με μια  γενναία προσπάθεια, τα δεσμά  της  καθαρεύουσας  και του  ρομαντισμού   κ’ εξελίχτηκε  σ’ έναν  επαναστάτη  ποιητή . Πολλοί  θα  ειπούν  ίσως:  τι λογής επαναστάτης  μπορούσε  να  είναι  ο τρυφερός   λυράρης  της  ’’Γαλήνης’’  και των  ’’Φωτερών  Σκοταδιών’’, ο ερωτόπαθος  αφηγητής  της ’’ Αμαρυλλίδας…..’’;
 
Κι  όμως!  Για την εποχή  του, κάθε  βήμα  αντίθετο  με τα  δεδομένα  γλωσσολογικά είθισται   και τα  κουρασμένα  μοτίβα  της  Αθηναικής  Σχολής   με την  κούφια ρητορεία  της, την  αφόρητη  καθαρεύουσά  της , ήταν  ικανό να προσδώσει   το χαρακτήρα του  επαναστάτη  σε όποιον τολμούσε …ν’αντιταχθεί .  
Διαφορετικός ; τούτος ο επαναστάτης . Έμελλε  όμως , να  χαράξει  περίλαμπρους  κι ανεξίτηλους  δρόμους στον πνευματικό  Παρθενώνα της πατρίδας μας .
Ποιητής, Πεζογράφος, Δημοσιογράφος, Άνθρωπος,  που αγαπούσε τα  παιδιά  και τη φύση, την πατρίδα, την οικογένεια τη θρησκεία. 
Φροντίδα  του:η  μόρφωση  του  λαού   και η αναγέννηση του Έθνους .
Πέθανε στην Κηφισιά   στις 3  Ιανουαρίου  1951.
Το   διάβα  του  απλό μα δυνατό,  όμορφο κι ευαίσθητο , αγέρωχο και  πολυδιάστατο. Το  έργο του  μεγάλο και πολυσχιδές, σημάδεψε και γαλούχησε πολλές  γενιές της Νεώτερης   Ελλάδας κι ανάμεσά  τους  κι εμένα , που από μικρό   παιδί  μέσα στην άφταστη μαγεία της φτώχειας μας , πρωτάκουσα και  «φυλάκισα » κάποιους σκόρπιους στίχους  του στην αρχή  κι αργότερα   μερικές  στροφές από διάφορα γλυκόχυμα ποιήματα,  που  μίλησαν στα  κατάβαθά  μου με μια  γλώσσα  καθάρια, μυστική κι Ελληνική . Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι τα ποιήματα αυτά, ποτέ δεν  έπαψαν ίσαμε σήμερα να μου μιλούν και να  με συγκινούν   
 
Θα βραδιάζει   η μέρα , όταν  θα φτάνωμε 
Στου χωριού  τ’ αποσκιωμένα  αλώνια
Θα φανούν  λευκά  τα χωριατόσπιτα 
 Πίσω απ’ των  πεύκων τ’ ακροκλώνια’
                                                    «Θα βραδιάζει»
 
Εσείς  που πρωτοσπείρατε 
Της λευτεριάς  το σπόρο
Λαχταρισμένο δώρο
 Στη σκλαβωμένη  γή
                     Ύμνος τωνΠρογόνων
 
Μήπως  είν’ η αλήθεια  στο θάνατο 
κι η  ζωή μήπως  κρύβει την πλάνη;
ότι  λέμε  πως  ζει   μήπως  πέθανε 
και  είν’ αθάνατο   ότι  έχει  πεθάνει;
 
Η επιλογή για την παρουσίαση αυτή δεν ήταν σαφώς τυχαία. Υπήρξε  μια φυσιολογική επιλογή το πρόσωπο αυτό , διότι  σημάδεψε την ευαίσθητη παιδική ψυχή  μου . Παρουσιάζω  τον  Άνθρωπο, τον Ποιητή Γεώργιο Δροσίνη  τον  οποίο  μελετώ εδώ  και κάμποσα  χρόνια.  
 
Στον  πρόλογο  των ΧΡΟΝΙΚΩΝ (τόμος Β’ ) της έκδοσης του Συλλόγου  «Οι φίλοι  του Μουσείου Γ.Δροσίνη»,η Πρόεδρος του Συλλόγου κα.Ελένη  Βαχάρη  , μιλά για τη γενιά  του ποιητή,
….το επώνυμο Δροσίνης, κατά  τον   αρχαιολόγο Κωνσταντόπουλο   είναι  Βυζαντινής  προέλευσης . Ο Δροσίνης θεωρούσε τον πατέρα  του  σαν το  μεγάλο αφέντη , επειδή    ήταν  εγγονός του Γενάρχη τους, του Καπετάν  Αναστάση Δροσίνη , του Πρωτοκλέφτη των Αγράφων .Τον αγαπούσε σαν θεό της Αγάπης.Η μητέρα  του  ‘ηταν η Αμαλία Πετροκόκκινου.Η οικογένειά  της  κατέβηκε στην Ελλάδα  από τη Ρωσία  μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη .Προσέφερε πολλά  στον αγώνα   για την ανεξαρτησία  του έθνους.
Ο Ποιητής Γεώργιος Δροσίνης  παντρεύτηκε  τη Μαίρη Κασσαβέτη.Απέκτησε τρία  παιδιά.Τον Κωνσταντίνο(Μπούλη) το 1892, την Αγγελική(Μπεμπούλα) το 1893 και την Αμαλία(Λίλυ)το 1898.
Γι’ αυτόν τον πρόγονό  του ,τον γνωστό με το όνομα Καραγιώργος, ο ποιητής , έγραψε το εξής  :
 
Ω! πρόγονέ μου, ποτέ  δε σε γνώρισα
Κι  ούτε  ζωγραφιστή είδα τη θωριά σου
Σπαθί, ρολόι και δαχτυλίδι απόμειναν
Τρείς θύμησες  απ’την παλικαριά σου.
 
Απ’το  κορμί σου το άψυχο  αιματόβραχτο
Τη νύχτα της εξόδου, στα σκοτάδια,
Τα πήρε ο ψυχογιός πιστός  και τα ’ φερε
Στην Καπετάνισσα ,χηρείας  σημάδια.
Το λιγερό  κορμί  σου, άκλαυτο, άθαφτο,
Στου δοξασμένου Κάστρου τα  χαντάκια
Ριγμένο   με μύρια άλλα, μέρες έθαψαν
Τα  όρνια της  ερημιάς   και τα κοράκια;
 
Η κείτονται  αξεχώριστα κι αγνώριστα 
Θαμμένα από Πατρίδας  Μάνας  χέρι,
Της Λευτεριάς  άγια, τρισάγια λείψανα
Στον Τύμβο  των Ηρώων; - Κανείς  δεν ξέρει.
                                      «Σκόρπια Φύλλα  της ζωής  μου » –Τόμος 1.   
 
 
………συνεχίζουμε  με δέος,  την  προσέγγιση  στο  σημαντικό και πολυσχιδές  έργο του Εθνικού(κατ’ εμέ ) ποιητή Γεωργίου Δροσίνη, υπό το βάρος της ευθύνης ενός τέτοιου   εγχειρήματος. Διότι, αφενός το χρέος της συνειδήσεως(όλων όσων  από εμάς ενστερνιζόμαστε   κι αισθανόμαστε την  ευθύνη αυτή) μας επιβάλει να φέρουμε στη βαισμένη   μνήμη  της κοινωνίας ,  την ιερή του  μορφή του κι  αφετέρου , με επίγνωση  αντιλαμβανόμαστε   το παράτολμο της πράξεως αυτής , που καλύτερα  θα μπορούσαν ίσως, να φέρουν εις πέραν, ειδικοί μελετητές και σπουδαγμένοι Φιλόλογοι.
 
Ας  είναι  όμως, διότι  όλοι όσοι,  καθ’ οιονδήποτε τρόπο εμπλέκονται  (ανάλογα με  όσες  δυνάμεις  διαθέτει ο καθείς ), στον πνευματικό στίβο του τόπου μας,  έχει λέγω και την σχετική ελαχίστη  υποχρέωση(αν θέλει  βεβαίως, να συγκαταλέγεται αλλά και να συνδιαλέγεται με την τέχνη του λόγου) να  μην φοβάται, να καταθέτει  την ίδια του την  ψυχή  και κρίση  ευλαβικά, μπρος το εικονοστάσι των Επιφανών μορφών που έχει αναδείξει η Λογοτεχνία στην  Ελλάδα.
 
Στις «Πινελιές» απο τη ζωή   και το έργο του ποιητή ,της κας Ελένης Βαχάρη, θα δούμε πώς σύμφωνα  με τον  κριτικό της Λογοτεχνίας  μας  Ανδρέα Καραντώνη, ο Δροσίνης, ανήκει  «στην  ποιητική γενιά,  που της έλαχε ο μεγάλος  κλήρος να ξαναφέρει  την ποίησή  μας  και τη γλώσσα   μας , στις  ζωντανές  πηγές της ζωής , απ’ όπου  τις είχε  για δεκαετηρίδες  αποκόψει ,η  λόγια παράδοση ».
 
Κι επειδή είναι αδύνατο να υπάρξει αύριο χωρίς το χθές, κι επειδή  κανέναν δεν τιμά η λήθη του παρελθόντος , μπορούμε  να πούμε , ότι ο Γ.Δροσίνης, μπορεί  να θεωρηθεί πνευματικός «Πατέρας», μιας  ολόκληρης γενιάς,  που, υπο τον μεγάλο άλλο Εθνικό μας ποιητή Κωστή Παλαμά , ύψωσαν  το λάβαρο της πνευματικής Αναγεννήσεως    της Πατρίδας  μας, σε  ώρες χλωμές και δύσκολες, ανατρέποντας , έναν ολόκληρο  κόσμο,  που για μισό και πλέον αιώνα , από  ιδρύσεως του  Ελληνικού  κράτους  έως το  1880, κρατούσε  το λαό  μας  δέσμιο  ενός γλωσσικού και πνευματικού δεσποτισμού.
 
     Σπούδασε , όπως  ήδη  προαναφέρθηκε, Φιλολογία-Φιλοσοφία  και Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. 
Πριν ακόμη αποφοιτήσει,  επισκέπτεται   τα Πανεπιστήμια της   Δρέσδης, του Βερολίνου και της Λειψίας  στη Γερμανία,  για  να συμπληρώσει τις σπουδές, που ποτέ  τελικά  δεν ολοκλήρωσε .
Ο πολυπράγμων   και παραγωγικότατος αυτός πνευματικός άνθρωπος, κάλυψε με τη πολυσχιδή  του δραστηριότητα , το δεύτερο μισό  του 19ου αιώνα και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, συμβάλλοντας τα μέγιστα στη πνευματική  προκοπή  του τόπου και στη νεοελληνική πολιτισμική  ανάπλαση.
Πορεύτηκε μέσα στη φύση και στη ζωή, κόβοντας από το πολύτιμο  και στιλπνό  μέταλλο  της,  πρωτόφαντες  εικόνες,   ζυγισμένες   ακριβοδίκαια   και τραγουδισμένες  με  καλοδουλεμένους    στίχους.
 
Οικοδόμησε , σύμφωνα με τη μελέτη του Ηλία Μάρκου,  με αργό ρυθμό , αλλά με ασφάλεια κι επιμονή, ένα έργο όπου βλέπουμε  να μετουσιώνονται   σε ποίημα ,οι εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής, ανάγονται σε  σύμβολα,  τα πιο κοινά  περιστατικά, να παίρνουν  νόημα  υψηλό, τα συναισθήματα  του μέσου ανθρώπου.
 
   Μέχρι τα βαθιά  του γηρατειά , διατήρησε μέσα  του  ζωντανό  τον πόθο της γνώσεως και της προσφοράς, γεγονός, που  εξαίρει  το κοινωνικό του έργο και την διαχρονική του ευαισθησία,  για  οτιδήποτε  ήταν ικανό να προσφέρει  στον άνθρωπο  και στην εξέλιξη  του .
Ήταν  ίσως  ο πιο  δραστήριος  της γενιάς  του , με  εντυπωσιακή και ποικίλη παραγωγή.
 
Περίφημος οργανωτής, ακούραστος  και  φωτισμένος, άφησε τη δική  του μοναδική  σφραγίδα  απ’ όπου  πέρασε  κερδίζοντας επάξια  την  κοινή αναγνώριση .
Οργάνωσε σημαντικές  υπηρεσίες  στο  Υπουργείο Παιδείας όπου υπηρέτησε στη Διεύθυνση Γραμμάτων και  Τεχνών, εισάγοντας  πολλές καίριες καινοτομίες  στο ευρύτερο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το ποσοτικό και  ποιοτικό  έργο που παράχθηκε   στα χρόνια της  παρουσίας  του  από το Τμήμα  Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου , το γνωρίζουν καλά , όσοι ασχολήθηκαν  με τα γράμματα, το θέατρο και γενικά  την καλλιτεχνία ,για τα  οποία ο Δροσίνης στάθηκε  προστάτης  και καθοδηγητής .
Διάβαζε,  έγραφε, παρακολουθούσε  αδιάκοπα τη νέα παραγωγή , δική μας  και  ξένη, και είχε πάντοτε  μια  σωστή  κρίση  για  κάθε  ενδιαφερόμενο .Μπροστά στις  δυσκολίες  ήταν  κατηγορηματικός «ότι είναι καλό θα ζήσει  και ότι δεν είναι  δεν θα ζήσει ».
Με την ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών έγινε ακαδημαικός και φρόντισε σε όλη  του τη ζωή για την  πρόοδο  της.
Ο αοίδημος Πέτρος Χάρης, χαρακτηρίζει  τον Δροσίνη εκτός από δραστήριο και  τον επικρατέστερο της γενεάς  του, αφού έδωσε  περισσότερα απ’ όσα  χώραγε  ο  τόπος.
Και  μπορεί όλοι  να  τραγουδήσαμε  σε  κάποια  στιγμή της ζωής  μας, τους  στίχους  της «Ανθισμένης Αμυγδαλιάς», γραμμένους απ’ τον ποιητή ,αναπολώντας τα νεανικά-περασμένα πια –«ρομαντικά» τους χρόνια που εξιδανικεύονται καθώς ο χρόνος διαβαίνει, σίγουρα όμως, δεν γνωρίζουμε πως ο ποιητής  υπήρξε  και  δημοσιογράφος, ιδίως δε έγκυρος  εκδότης εντύπων που άφησαν  εποχή στον τομέα  αυτό.
 
Ο Δροσίνης , γράφει  για εβδομήντα περίπου  χρόνια(1880-1950), σε πολλά διάσπαρτα και άλλοτε  δυσεύρετα-έντυπα  της εποχής  του (περιοδικά , ημερολόγια, εφημερίδες ),  ενώ  μεσουρανεί  στο εκδοτικό  στερέωμα , ως εκδότης   ημερήσιων  ή περιοδικών φύλλων (εφημ. Εστία, Νέον Άστυ, Περιοδ.Εστία, Εθνική Αγωγή, Μελέτη, Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος, κ.λ.π.) για  πάρα  πολλά χρόνια.
 
Το ποτάμι
 
 Πές μου ποτάμι, που τρελά μέσα στους  κάμπους τρέχεις
και τόσες  εμμορφιές της γης με τα νερά σου βρέχεις,
γιατί  μας ψάλλεις θλιβερό σκοπό με τη φωνή  σου;
ποιος άλλος ζη τέτοια   ζωή, γλυκειά σαν τη ζωή  σου;
κι εκείνο αποκρίθηκε:Τι ευτυχία έχω
αφού η μοίρα μου’ γραψε αιώνια να τρέχω,
αν ροδοδάφνες γέρνουνε μεχάρη στα νερά  μου,
αν λυγαριές κι αγράμπελες ανθίζουν στα πλευρά  μου,
μήπως   μπορώ να τις χαρώ και να τις αγαπήσω,
περνώ , τις βλέπω μια στιγμή και τις αφήνω  πίσω………
 
και το ποτάμι σώπασε κι αφήνει το διαβάτη
με πικραμένη την καρδιά, με δακρυσμένο μάτι.
Γιατί μια  μαύρη, μια σκληρή ιδέα τον τρομάζει
Πως και η δικιά  του η ζωή με το ποτάμι  μοιάζει.
 
 
Στο σημείο αυτό, φρονώ χρήσιμη την αναφορά μας στον Δροσίνη, μέσα απο τον  πρόλογο  της μελέτης της «Εν Τυπογραφική Φιλοκαλία», της ΜΑΡΙΑΣ ΚΩΝ. ΜΥΡΩΔΙΑ . Αναφέρει λοιπόν χαρακτηριστικά και προσδιοριστικά , προσπαθώντας να  ξεκαθαρίσει   το τοπίο γύρω απ’ τη μορφή  του ποιητή, κρίνοντας το καθ’ όλα απαραίτητο .
«Οι νεότερες γενιές, τον γνωρίσαμε μέσα από  τα ποιήματά του στα  σχολικά  βιβλία, ποιήματα  λυρικά, «ανώδυνα» που σε πολλές  περιπτώσεις  θεωρήθηκαν  «γλυκερά» και,  ίσως, παρωχημένα, αφού  περιγράφουν   ένα  κόσμο  με χρώματα  και μυρωδιές, μιαν εποχή  με καθημερινούς  ρυθμούς  ήρεμους, λιγότερο αγχώδεις και μια  ζωή «ρόδινη», ποιήματα  που δεν  εμβαθύνουν στην ανθρώπινη  ψυχή, δεν  ασχολούνται  με τα μεγάλα προβλήματα , δεν μιλούν  για υψηλά νοήματα και σύνθετες  καταστάσεις. Φανταζόμαστε λοιπόν τον Δροσίνη  ως ένα άνθρωπο  που «αιθεροβατεί» και ασχολείται  μόνο  με  το συναίσθημα , το ειδύλλιο , τη φύση  και την ποίηση, μακριά από την καθημερινή πραγματικότητα.
 
    Αναδιφώντας  όμως  την πνευματική  κίνηση της εποχής  που έζησε και  δημιούργησε  ο ποιητής , η εικόνα  αυτή αρχίζει να διαφοροποιείται .Έτσι διαπιστώνει κανείς , ότι όχι μόνο  δεν είναι πραγματική, αλλά συχνά είναι εντελώς παραπειστική. Στη μακρόχρονη ζωή του, κάθε άλλο παρά βρισκόταν έξω από τη δράση  .Ασχολήθηκε με ποικίλους τομείς  που ξεφεύγουν  από την ποιητική , λογοτεχνική  δημιουργία και παραγωγή και αγκαλιάζουν το σύνολο σχεδόν της πνευματικής ζωής και δραστηριότητας  στον Ελλαδικό χώρο, από τα  τέλη του 19ου ως τα μέσα    περίπου του 20ου  αιώνα.
 
    Η αντίφαση, ανάμεσα στην γνωστή εικόνα και στην πραγματικότητα υπήρξε  και το κίνητρο  αυτής της μελέτης .
Μελετώντας  τον τύπο στο  τέλος του 19ου και στις  αρχές του 20ου αιώνα, συναντούσα τον Δροσίνη σε κάθε  μου βήμα: σε εφημερίδες,σε περιοδικά, σε ημερολόγια, σε φιλολογικά σαλόνια, σε επιτροπές και πλείστες άλλες  πολιτιστικές εκδηλώσεις. Ως δημοσιογράφο, ως εκδότη, ως ανώτερο κρατικό λειτουργό. Επιστήθιο φίλο του Κ.Παλαμά, του Γ.Σουρή, και του Γ.Ροιλού, μαθητή του Ν. Πολίτη, συνεργάτη του Βλ. Γαβριηλίδη, του Γρ.Ξενόπουλου και του Γ. Χατζηδάκη. 
Όσο προχωρούσα, η προσωπικότητα του Δροσίνη αναδύονταν  πολυσχιδής και πολυπράγμων, συντηρητική  και ταυτόχρονα πρωτοπόρα .
Ιδιαίτερα  η ενασχόλησή του  με τον Τύπο, παρουσίαζε  στοιχεία εξαιρετικά ενδιαφέροντα, χωρίς  να είναι  ρηξικέλευθη και επαναστατική, η δράση του,  επηρέασε και, ως ένα βαθμό , καθόρισε, τις κατοπινές  αντιλήψεις για το ρόλο, την δεοντολογία, το περιεχόμενο  και την  αισθητική του εντύπου.
****************************************************************
    Μ’ αυτή την έρευνα, της «αθέατης» πλευράς  του Γ.Δροσίνη ως δημοσιογράφου και εκδότη, ασχολείται η  μελέτη αυτή , φιλοδοξώντας  ν’ αποτελέσει  μια μικρή συμβολή στην έρευνα της «ηρωικής εποχής» του Ελληνικού τύπου»,  αλλά και να τιμήσει  τον ποιητή .
 
Ενώ, ο Ευάγγελος Μόσχος, εγκωμιάζοντας την ταπεινοφροσύνη του Δροσίνη , φυσικό ήταν ν’ αναφερθεί στα ποιήματα που αντάλλαξαν  ο Δροσίνης και ο Παλαμάς, ο οποίος αναγνώριζε το Δροσίνη σαν ισότιμο του συνοδοιπόρο , προσκόπτοντας  όμως στην ένσταση και στην αντίρρηση του μετριόφρονος ποιητή, «σπάνια αυτογνωσία» όπως γράφει ο κ.Μόσχος.
Ο Παλαμάς είχε γράψει στο Δροσίνη στέλνοντας του δυο τετρασύλλαβα:
 
Πως αλλιώς
να σε πω; ο συνοδοιπόρος
χαίρε, ο πιο γερός, ο πιο παλιός
για τ’ ανέβασμα στου Τραγουδιού
τ’ Αγιονόρος.
 
 Με  το γέλασμα του παιχνιδιού 
με το γνοιάσιμο  του κόπου
δουλεμένο  το βιβλίο μου  καρτερεί 
τη ματιά σου , θρέμμα ανθρώπου 
που δεν είναι στη ζωή του μια στιγμή,
μια ματιά στην ύπαρξή του-δίχως
να  ταράζει  του τη σκέψη ο Στίχος.
 
Ο Δροσίνης, συγκινήθηκε. Η μετριοφροσύνη του τον παρακίνησε  να γράψει ένα ποίημα δημοσιευμένο στη Συλλογή « Φευγάτα Χελιδόνια » :
 
Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε 
στης Τέχνης  το γλυκοξημέρωμα-όμως,
με του καιρού το πέρασμα, χαράκτηκε 
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος:
 
Εσύ τ’ Ωραίο μέσ’ στα μεγάλα ζήτησες
Κ’ εγώ στα ταπεινά κι απορημένα,
Και δούλεψες το μπρούντζο και το μάρμαρο
κ’ άφησες τον πηλό της γης σ’εμένα.
 
Στις αλπικές χιονοκορφές ανέβηκες
και στάθηκα στις λιόφωτες ραχούλες’
αρχόντισσες και ρήγισσες οι Μούσες σου
 κ’εμένα ψαροπούλες και βοσκούλες.
Εσύ στης δάφνης τ’ ακροκλώναρα άπλωσες
κ’εγώ σε κάθε χόρτο και βοτάνι’
στεφάνι  έχεις φορέσει από δαφνόφυλλα-
λίγο θυμάρι του  βουνού μου φτάνει.
 
Συνεχίζοντας , στις «Πινελιές από τη ζωή και το έργο του ποιητή », η κα.Βαχάρη  καταγράφει :
Ο Δροσίνης ποιητής πεζογράφος και άνθρωπος δράσης
 
Σε  ηλικία  είκοσι χρονών, στα 1879,  πρωτοδημοσιεύει  πρωτόλειους στίχους  του, σε λογοτεχνικά  περιοδικά της εποχής:   «ΡΑΜΠΑΓΑΣ» και «ΜΗ  ΧΑΝΕΣΑΙ».
 
Δυο χρόνια μετά στα  1881 θα κυκλοφορήσει την ποιητική συλλογή «Σταλακτίται»  με την οποία θα   δει το φως  και  η  «Ανθισμένη Αμυγδαλιά»   .  
Στα 1888 εκδίδει τη ποιητική συλλογή «Ιστοί Αράχνης».
Από το 1881  και έως το 1889 συνεργάζεται με το περιοδικό « Εστία».
Στα 1894, μετατρέπει το περιοδικό «Εστία» σε καθημερινή εφημερίδα.
1899: Ο Δ.Βικέλας ιδρύει το «Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων» και ο Γεώργιος Δροσίνης γίνεται Γενικός Γραμματέας και η ψυχή του Συλλόγου. Τη θέση αυτή διατήρησε έως το θάνατό του.
1901-1907: Εκδίδει τη σειρά Κόκκινα Βιβλία και Πράσινα Βιβλία, του Σ.Ω.Β., έξι μελέτες εγκυκλοπαιδικού  περιεχομένου  και μέσω του Σ.Ω.Β. εκδίδει την πρώτη Λαογραφική Εγκυκλοπαίδεια και άλλα.
1906: Ιδρύει  τη Σχολή Τυφλών.
1908:Γίνεται Γενικός Επιθεωρητής της Δημοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας(μέχρι το 1924).
1909:  Ξεκινά το έργο  του στη Σεβαστοπούλειο  Σχολή(Οργάνωση της πρώτης Τεχνικής Σχολής στην Αθήνα) .
1910:  Αποσπά το σχολείο  Καλών Τεχνών από το Σχολείο  των Βιομηχανικών Τεχνών.
1913: Δημιουργεί το Τμήμα Γραμμάτων και  Καλών Τεχνών  του Υπουργείου Παιδείας και αναλαμβάνει Τμηματάρχης του, βάζοντας τη βάση του σημερινού Υπουργείου Πολιτισμού.
1914: Προτείνει  και καθιερώνει  το Εθνικόν «Αριστείον Γραμμάτων και των Τεχνών» με το οποίο τιμήθηκε αργότερα .
1922: Ιδρύει  το Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος.
1924: Διορίζεται  Διευθυντής του Μουσείου των Κοσμητικών Τεχνών.
1925: Ιδρύσει και διευθύνει  περιοδικά, εφημερίδες ,βιβλιοθήκες.
1926: Γίνεται ο πρώτος Γραμματέας επι  των Δημοσιευμάτων της Ακαδημίας Αθηνών και καταρτίζει Εσωτερικό Κανονισμό  αυτής.-
  
 
 
Μπορεί  καθένας να το πει
Τις ώρες που νυστάζει:
Γλυκός που θα’ ναι ο θάνατος
Αν με τον ύπνο  μοιάζει     
                                   Σπίθες, σελ. 97
 
 
Ο Δροσίνης αναμορφωτής  της Παιδείας
 Δημιουργεί  Εθνική Πινακοθήκη και καθιερώνει  Διαρκή Καλλιτεχνική Έκθεση. Ιδρύει Ωδείο στη Θεσσαλονίκη και πραγματοποιεί  τη σύνταξη του πρώτου ιστορικού  Λεξικού της Ελληνικής  Γλώσσας και δημιουργεί Γραφείο  Σχολικής Υγιεινής(Επιθεώρηση Σχολείων, παρακολούθηση της Υγείας  των Μαθητών ,Σχολίατροι, Μαθητικά συσσίτια, Αντιτραχωματικός  αγώνας και Αντιφυματικός .Αναρρωτικές άδεις στους Εκπαιδευτικούς .Εισάγει τη Γυμναστική στα  Σχολεία  και διοργανώνει Σκοπευτικούς  Αγώνες  
«ΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»  και  αναδιοργανώνει την Εθνική βιβλιοθήκη. Εγκρίνονται τότε 10 βιβλιοθήκες  σ εόλη την Ελλάδα με νόμο. Δημιουργείται  στη Θεσσαλονίκη Δημόσια βιβλιοθήκη και σε κάθε πόλη άνω των 30.000 κατοίκων .Καθιερώνει τη Γιορτή της Σημαίας και περνά στα Σχολικά βιβλία  έργα επώνυμων ποιητών και πεζογράφων.
Οργανώνει τα Αρχεία του Κράτους στα υπόγεια της Ακαδημίας και επίσης τα Αρχεία Κέρκυρας και της Ύδρας, Αναδιοργανώνει  το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.Ορίζει Επιτροπή Εθνικής Μουσικής(Συγκέντρωση  φωνογραφικών κυλίνδρων  και κινηματογραφικών ταινιών.
Οργανώνει  Λαογραφικό  Αρχείο και περνάει νόμο για οικονομική βοήθεια στο Εθνικό Θέατρο,στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών και ένα ποσό για την περίθαλψη  των θεατρικών συγγραφέων .Πετυχαίνει την είσοδο  της Ελλάδας στην Διεθνή Ένωση της Βέρνης και  τότε γίνεται πραγματικότητα η Προστασία της Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
 
Ω! Θύμησες της νιότης  μου
χαρά απομεινάρι
στερνό μου βιός, που δεν μπορεί
κανείς  να μου το πάρει.
 
 
Ο Δροσίνης  Ποιητής
 Οι ποιητικές συλλογές   έρχονται στα χέρια μας και βλέπουμε την ψυχή του Δροσίνη.
Δεν χρειάζονται αναλύσεις. Δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Δεν κρύβουν τίποτα περισσότερο απ’ όσα λένε, χωρίς αυτή η έλλειψη υποβολής  να ζημιώνει, γιατί εκείνο που λένε, έχει μια αισθητική και ποιητική αρτιότητα .
 
 
Θέλω
 
Δεν θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
Σε ξένα αναστυλώματα δεμένο
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο ,
Μα όσοανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.
Δεν θέλω του γυαλού το λαμπροφέγγισμα,
Που δείχνεται άστρο με του ήλιου τη χάρη
Θέλω να δίνω φως από τη φλόγα  μου
κι ας  είμαι  ένα  ταπεινό  λυχνάρι.
                                        Φωτερά Σκοτάδια 
 
Η πεντάμορφη 
 
Ο Δροσίνης συγκεντρώνει  τα ωραιότερα δημοτικά δίστιχα, περιμαζεύει τα ωραιότερα δημοτικά τραγούδια .Εκδίδει μια μελέτη εμπεριστατωμένη  στο πως ο λαός αντιλαμβάνεται  τη γυναικεία ομορφιά. Η απάντηση δίνεται από διαλεγμένα τραγούδια και μεσαιωνικά  ποιήματα της χώρας μας. Γράφει τετράστιχα  σαν δημοτικά ποιήματα.
 
 
 
 
Η Ανθισμένη Αμυγδαλιά και η ιστορία της 
 
«Η Δροσίνα Δροσίνη-Μελετοπούλου, που δεν ζει σήμερα πρόλαβε ,ενώ άγγιζε  κι αυτή, σαν τον ποιητή, τον αιώνα, να μου διηγηθεί  το τυχαίο περιστατικό που  έκανε το Δροσίνη να γράψει την «Ανθισμένη Αμυγδαλιά». Ήταν  ξαδέλφη του. Είχε έρθει από το Μεσολόγγι και σπούδασε στο Αρσάκειο. Έκανε συντροφιά με την αδελφή του ποιητή την Κάκια.
Κάθε Κυριακή η Δροσίνα Μελετοπούλου πήγαινε καλεσμένη στο σπίτι του  Δροσίνη, που ήταν απέναντι  από το Αρσάκειο, οδός Παρθεναγωγείου –σήμερα Πεσματζόγλου. 
Η ίδια διηγείται: Ο Γιώργος  καλοντυμένος, με άσπρες γκέτες μας πήγαινε περίπατο……….»
 Μια Κυριακή, επειδή ήταν ακόμη νωρίς και ο Δροσίνης είχε κάτι να γράψει στο δωμάτιο του, η Κάκια, η αδελφή του και η Δροσίνα, κατέβηκαν στον κήπο  .Ήταν τότε κοριτσόπουλα στα δεκάξι τους χρόνια. Κάποια στιγμή, κάτι της είπε η Κάκια, κάτι της απάντησε η Δροσίνα και άρχισαν να κυνηγιούνται . Όταν λίγο αργότερα η Δροσίνα σταμάτησε, αφήνοντας την ξάδελφή της , βρέθηκε ανάμεσα  σε δυο  αμυγδαλιές ανθισμένες –ο Δροσίνης μιλάει για ανθισμένη νερατζιά που την έκανε αμυγδαλιά «ποιητική αδεία»- η κοπέλα κράτησε με τα χέρια της τους κορμούς, τους κούνησε και τότε γέμισαν από άνθη, που έπεφταν  απ’τις αμυγδαλιές  σαν καταρράκτης , τα μαλλιά  και οι ώμοι της…. Η Κάκια που την πλησίασε της είπε πόσο όμορφη ήταν έτσι στολισμένη. Την σκηνή αυτή την  είδε ο ποιητής από το παράθυρό του. Οι ξαδέλφες  έφυγαν  από τον κήπο, μπήκαν στο σπίτι και η Δροσίνα περίμενε  λίγο στο σαλόνι μόνη ώσπου να ετοιμαστεί η Κάκια για τον περίπατό τους. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο Δροσίνης κρατώντας ένα φύλλο χαρτί.»
 
Έτσι γεννήθηκε η «Ανθισμένη Αμυγδαλιά» και μαζί η  μελωδία της  που θα ζει αιώνια στις καρδιές μας.
 
Για την Αμυγδαλιά, ο ίδιος ο Δροσίνης γράφει: Εξακολουθώ να πιστεύω πως δεν θα αποκαλυφθεί ο πραγματικός  συνθέτης, γιατί ίσως δεν υπάρχει. Η Μυγδαλιά έχει τον τύπο της ιταλικής καντάδας και πιθανότατα στης καντάδας  αυτής τη μουσική συνταιριάστηκε .Το κακό είναι, πως η μουσική έσωσε τους μετριότατους στίχους της, ενώ πέρασαν απαρατήρητα τόσα άλλα τραγούδια  μου. Έτσι κατάντησα, να είμαι ο ποιητής της Μυγδαλιάς……..»
                                                                                                                                                      ‘‘Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου’’  
                                                                                                                                                                       Τόμος Δ’ ,ΣΕΛ.252
 
Όταν  φεύγει αγύριστος ….
 
Η 3η Γενάρη 1951  σημαδεύτηκε με κάτι πένθιμο, τον θάνατο του Δροσίνη. Λίγες μέρες πριν του είχαν χαρίσει ένα κλαδί αμυγδαλιάς που δεν είχε ανθίσει  ακόμα. Κοντά του, στην ζεστασιά της κάμαρας άνθισε. Το είδε και χάρηκε τον ανθό του. Έλαμψε η ματιά του. Χαμογέλασε και είπε: «Tι ωραίο!» Ε!  λοιπόν το κλαδί αυτό, ανθισμένο στόλισε το νεκρικό κρεβάτι.
 
Νύχτα Χριστουγεννιάτικη
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη 
λυγούν τὰ πόδια
καὶ προσκυνούν γονατιστὰ τὴ φάτνη τους 
τ᾿ άδολα βώδια.
Κι᾿ ὁ ζευγολάτης ξάγρυπνος θωρώντας τα
σταυροκοπιέται
καὶ λέει μὲ πίστη ἀπ᾿ τῆς ψυχής τ᾿ ἀπόβαθα,
Χριστὸς γεννιέται!
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη 
κάποιοι ποιμένες
ξυπνοῦν ἀπὸ φωνὲς ὕμνων μεσούρανες 
στὴ γῆ σταλμένες.
Κι᾿ ἀκούοντας τὰ Ὡσαννὰ ἀπ᾿ ἀγγέλων στόματα
στὸ σκόρπιο ἀέρα,
τὰ διαλαλοῦν σὲ χειμαδιὰ λιοφώτιστα
μὲ τὴ φλογέρα.
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη 
- ποιὸς δὲν τὸ ξέρει; - 
τῶν Μάγων κάθε χρόνο τὰ μεσάνυχτα 
λάμπει τ᾿ ἀστέρι.
Κι᾿ ὅποιος τὸ βρεῖ μέσ᾿ στ᾿ ἄλλα ἀστέρια ἀνάμεσα
καὶ δὲν τὸ χάσει
σὲ μιὰ ἄλλη Βηθλεὲμ ἀκολουθῶντας το
μπορεῖ νὰ φτάσει.
 
 

 
Σχετικά  με τη φυγή του  Γεώργιου  Δροσίνη, ο Ανδρέας Καραντώνης στο βιβλίο του «Φυσιογνωμίες», εκδόσεις  ” Δ.Ν. Παπαδήμα  Αθήνα  1977, σελ. 160-184, μεταξύ των άλλων αναφέρει:
ΠΕΘΑΝΕ Ο ΔΡΟΣΙΝΗΣ! Τα τελευταία χρόνια, καμαρώναμε όλοι τα θαλερά γηρατειά του ποιητή, που είδε πάντα τη ζωή και την τραγούδησε, σαν μια αιώνια πρασινάδα. Μας  άρεσε να φανταζόμαστε την ύπαρξή του. Θρονιασμένη εκεί στο σπίτι της Κηφισιάς, ποιητικά περιστοιχισμένη  από τη βλάστηση, τα πουλιά και τις δροσιές του  ωραίου , νερόχαρου προαστίου .
Η ιδέα  ενός ποιητή που φτάνει ως το τελευταίο δυνατό όριο της ζωής, είναι μια ιδέα εποικοδομητική, μια ιδέα παρήγορη κι αισιόδοξη για όσους  ζουν με τα ποιητικά και τα πνευματικά. Είναι μια ιδέα-σύμβολο δημιουργίας.
Αυτή την ιδέα εκπροσώπησε παλαιότερα ένας ευγενικός ποιητής, ο Αριστομένης Προβελέγγιος . Μέσα από αυτή την ιδέα, είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε τον Κωστή Παλαμά που ήταν ήδη ένας ένδοξος γέρος είκοσι χρόνια τουλάχιστο πριν τον θάνατο του. Αυτή την ιδέα ενσάρκωνε ως χτές το βράδυ ο Γεώργιος Δροσίνης, που η ζωή του είχε περάσει τα ενενήντα χρόνια, σαν ένα ελαφρό κύμα που ξεκινά από τη μια  φτάνει  ως την άλλη άκρη μιας απέραντης λίμνης . Μια απέραντη λίμνη ημερών, φανταζόμαστε   και τη μακρόχρονη ζωή του ποιητή που μας άφησε. Όμως, μια λίμνη όχι τέλμα, όχι θολούρα και ταραχή, αλλά μια λίμνη διάφανη , καθαρή, που δεν έπαψε ποτέ να καθρεφτίζει τον ουρανό, τα λευκά διαβατάρικα  σύννεφα, τα δέντρα, τα λουλούδια και τα πουλιά της Ελλάδας. 
   Ο Δροσίνης, ανήκει στην κατηγορία  των πνευματικών  δημιουργών που ο Λόγος γι’αυτούς  κι η Τέχνη δεν είναι αποσπασματική  και διαλείπουσα ερασιτεχνία, μα λειτούργημα  οργανικό, αφοσίωση, υποταγή, σβήσιμο του  κοινωνικού εγώ. Τέτοιος στάθηκε ο Δροσίνης , από τα πρώτα του  φανερώματα  ως τις τελευταίες  του αναλαμπές.
Μα τώρα  που ο θάνατος έθεσε το μοιραίο  όριο  στο μάκρος της ωραίας αυτής  ζωής, πάνω απ’ όλα και πέρα από όλα  όσα στο μάκρος της ωραίας αυτής ζωής  του Δροσίνη ,η ποίηση                                     που δημιούργησε , είναι  το πολυτιμότερο και το  διαρκέστερο . Ότι ωραιότερο, προσωπικότερο , ουσιαστικότερο   είχε ο Δροσίνης, το διέσωσε με το στίχο.  Μας  το άφησε  σε ευάριθμα ωραία ποιήματα  του. Και με τα ποιήματα αυτά, ανατράφηκαν γενεές  Ελλήνων , με τα ποιήματα αυτά   μάθαμε  από το σχολείο  ακόμα ν’ αγαπούμε  τη νεοελληνική ποίηση, και μέσα απ’ αυτά , τη φύση μας και το λαό μας……. Οι ρίζες  του  έργου  του ήταν   βαθιά χωμένες  στο «χώμα  το αγαπημένο». Το διάβα του, ήταν φωτεινό και συνάμα ταπεινό, απλό  και παράλληλα  Εθνικό…..» 
 
 
Τα  πρωτοβρόχια
Μὲ τὰ πρωτοβρόχια θἄρθουν τὰ μηνύματα 
τοῦ χειμώνα: τὸ ποτάμι θὰ θολώσει, 
θὰ τριζοβολοῦν ξερὰ τὰ πλατανόφυλλα 
θὰ κρυώσει ἡ νύχτα καὶ θὰ μεγαλώσει.
Θὰ δροσοσταλάζουν κόκκινα τὰ κούμαρα, 
κυκλαμιὲς θ᾿ ἀνθοῦν στὸ χῶμα ταίρια ταίρια, 
θὰ καπνίζουν σφαλιστὰ τὰ χωριατόσπιτα 
καὶ θ᾿ ἀρχίσουν τὰ σπιτιάτικα νυχτέρια.
Θὰ σωπάσει ὁ τζίτζικας κι ἑτοιμοτάξιδα 
γι᾿ ἄλλων τόπων ἄνοιξη, μακριὰ ἀπ᾿ τὰ χιόνια 
βράδυ βράδυ ὡς τὰ μεσούρανα θὰ χύνονται 
μαῦροι φτερωτοὶ σταυροὶ τὰ χελιδόνια.
Ὦ χαρά μας! τὸ χειμώνα θὰ προσμένομε, 
δίχως πάγους καὶ χιονιὲς νὰ φοβηθοῦμε: 
τὴ ζωή μας τὸ στερνὸ ταξίδι ἐκάναμε 
καὶ τὴν ἄνοιξη ἄλλων τόπων δὲν ποθοῦμε.
 
 
…..το έργο του  Δροσίνη  πλούσιο.
Στην ποίηση   αναφέρουμε κατά χρονολογική  σειρά  τις συλλογές :
  • Σταλακτίται, 1881
  • Ειδύλλια , 1884
  • Αμάραντα , 1890
  • Γαλήνη (1891-1902) , 1902
  • Φωτερά Σκοτάδια (1903-1914) , 1915
  • Φευγάτα Χελιδόνια (1911-1935), 1936 
  • Κλειστά βλέφαρα (1914-1917) , 1918
  • Πύρινη Ρομφαία-Αλκυονίδες (1912-1921), 1921
  • Το μοιρολόι της όμορφης, 1927
  • Θα βραδιάζη (1915-1922), 1930
  • Είπε: (1912-1932), 1932
  • Σπίθες στη στάχτη, 1940
  • Λαμπες, 1947
Στο διήγημα  ξεχωρίζουν τα εξής  :
  • Αγροτικαί επιστολαί, 1882
  • Διηγήματα και αναμνήσεις, 1886
  • Διηγήματα των αγρών και της πόλεως, 1904
  • Το ανθισμένο ξύλο-Τρεις εικόνες (διηγήματα), 1948
Στη  μυθιστορία :
  • Το βοτάνι της ζωής, 1901
  • Το βοτάνι της αγάπης, 1901
  • Έρση (μυθιστόρημα), 1922
  • Ειρήνη (μυθιστόρημα), 1945
Άλλα έργα
  • Παράδοξος γάμος (κωμωδία μονόπρακτη), 1878
  • Το μήλον (κωμωδία), 1884
  • Τρεις ημέραι εν Τήνω 1888
  • Αι μέλισσαι 1890
  • Αι όρνιθες 1895
  • Το ψάρευμα 1908
  • Συλλογαί φυσικής ιστορίας 1912
  • Οι τυφλοί 1924
  • Η σκοπευτική άσκησις του έθνους 1938
  • Ο κυνηγός 1948
  • Ημερολόγιο της πολιορκίας του Μεσολογγίου 1958
  • Γεώργιος Νάζος 1966
  • Επιστολαί του Νικολάου Γύζη 1969
  • Ο Μπαρμπα-Δήμος 1974
  • Θαλασσινα τραγουδια 1973
  • Ιστορικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, εκδόσεις δωρική 1972
Σημαντικό ήταν και το στίγμα  του, στη συγγραφή παραμυθιών .
Εδώ, ξεχωρίζουν με περίσσια  χάρη τα:Παιδικά Παραμύθια   1889  και 
Ελληνική Χαλιμά.Τα ωραιότερα παραμύθια του ελληνικού λαού, 1921 και 1926
Για τα  «Παιδικά Παραμύθια» του Δροσίνη, η σπουδαία Λογοτέχνης Αγγελική Βαρελλά , προλογίζοντας  τη καλαίσθητη  έκδοση  ” Γεωργίου  Δροσίνη - Τέσσερα  Παραμύθια” των εκδόσεων Άγκυρα 2000, που ήρθε στα χέρια  μου,   μας  λέει με κάποια περίσσια θα’ λεγα συγκίνηση :
«…. μια μέρα έπεσαν στα χέρια μου τα «Παιδικά Παραμύθια» του Γεωργίου Δροσίνη. Στην πρώτη κιόλας σελίδα βρήκα ένα ποιηματάκι  με έξι στίχους , που έλεγε:
Σαν το σιτάρι  σπέρνεται στον κόσμο η αλήθεια
Κι απ’ τον καθάριο σπόρο  της φυτρώνουν παραμύθια!
Καλότυχος  όποιος μπορεί τα στάχυα να θερίσει
Και το σιτάρι απ’ τ’ άχυρο καλά να ξεχωρίσει.
Για τον μικρό τον κόπο του μεγάλο κέρδος μένει:
Όλη η αλήθεια που θα βρει στα ψέματα κρυμμένη!
Εκείνη την  μέρα,   αυτό το ποιηματάκι μου άνοιξε καινούριους δρόμους. Σάμπως από μια χαραμάδα του μυαλού μου να  μπήκε φως. Ο Γ. Δροσίνης, μου  έδειξε ένα τρόπο να διαβάζω, δηλαδή να κρίνω. Με συμβούλεψε σαν παππούς, μου ’μαθε να ψάχνω  για την αλήθεια μέσα στα βιβλία και στο διάβασμα…..Αργότερα, συνεχίζοντας το διάβασμα για τον «παππού» μου,  έμαθα για τη δική  του παιδική  ηλικία. Έκανε κι αυτός κάποτε λοιπόν σκανδαλιές κι αταξίες αμέτρητες, έως και πειράματα φυσικής στο πλυσταριό του σπιτιού του.
 Από την άλλη μεριά, περιποιόταν  τις κερασιές του κήπου, σκάλιζε τις τριανταφυλλιές , μύριζε πρώτος το άρωμα των μπουμπουκιών , μάζευε τ’ αβγά απ’το κοτέτσι, τάιζε τα μυρμήγκια, έπαιζε σκάκι με τους φίλους του, κι όποτε λαχταρούσε λίγη μουσική άρπαζε το δοξάρι του και γρατσούνιζε το βιολί του. Ο «άτακτος» αυτός παππούς , αγάπησε με όλη τη ψυχή του τη φύση, τη θάλασσα, τα βουνά, τα λαγκάδια,  το Πήλιο , την ποίηση, τα παιδιά, τη διάδοση  του καλού βιβλίου και ακόμη αγάπησε την περίσσια Ελληνική φτώχια  και προσπάθησε να  βοηθήσει τα φτωχά παιδιά  μέχρι τα στερνά του ….» 
     Το  σπίτι σου
Τίποτε δὲν ἄλλαξε ἀπ᾿ τὸ σπίτι σου
κι ἀπ᾿ τὸ δρόμο κι ἀπ᾿ τὴ γειτονιά.
Μόνον ἡ παλιὰ βρυσούλα στέρεψε
στὴν ἀντικρινή σου τὴ γωνιά.
Τίποτε δὲν ἄλλαξε ἀπ᾿ τὸ σπίτι σου.
Βιαστικὸς διαβάτης τὸ θωρῶ
καί, ξεχνώντας πόσα χρόνια πέρασαν,
σὰ καὶ τότε πάλι λαχταρῶ...
Λαχταρῶ ν᾿ ἀνοίξεις τὸ παράθυρο
καὶ στὸ διάβα μου ἄξαφνα νὰ βγεῖς,
γελαστῆ παιδούλα καστανόξανθη,
χάραμα ἀπριλιάτικης αὐγῆς.
Σφαλιστὸ ἀπομένει τὸ παράθυρο
κι ἂν τ᾿ ἀνοίξεις, μι᾿ ἄλλη θὰ φανεῖ.
Μόνο στὸ παράθυρο τῆς θύμησης
βγαίνεις ἴδια καὶ παντοτινή
                                                                                                                   συνεχίζεται
**************************************************************
 
Άρχισα    προσωπικά   να  αναζητώ μονοπάτια και  χνάρια  του ποιητή, στην Εύβοια, στο Πήλιο, στην Πλάκα, στην Κηφισιά.
Θυμάμαι  χαρακτηριστικά,  σαν πρωτοπήγα στο Χορευτό του Πηλίου, όταν  «σκόνταψα» κυριολεκτικά,  πάνω στην όμορφη  μαρμάρινη  προτομή του Δροσίνη, που με επιμέλεια έχουν στήσει οι  αρμόδιοι   του  χωριού  στο κέντρο  της  ακρογιαλιάς που λούζει απλόχερα ολημερίς το χωριό,  για να τιμήσουν τον Άνθρωπο, τον επιστήμονα, τον Εραστή της φύσης του χωριού τους.  Γνώριζα  για τις   συνεχείς επισκέψεις του στο Πήλιο, αλλά δεν είχα πληροφορηθεί για την τιμή που του έκαναν  στο Χορευτό.
Ήταν Ιούλιος του 1994.  Έμεινα για τρία βράδια  σε ένα μικρό κατάλυμα  του χωριού και χάρηκα ιδιαίτερα τους περιπάτους  τριγύρω, καθώς και την ευγένεια των  κατοίκων.
 Διαπίστωσα κι εγώ  μεταξύ των άλλων , την αιτία ονοματοδοσίας  του χωριού, που δεν ήταν άλλη, απ’την  ωραία αίσθηση που δίνουν στον   επισκέπτη τα ατέλειωτα κύματα της  βαθυγάλανης θάλασσας, που’ έρχονται  πραγματικά σ’ έναν ατέλειωτο   όμορφο χορό το ένα πίσω από το άλλο, χωρίς όμως να κουράζουν το μάτι σου.
Στη συνέχεια, ρώτησα να μάθω  οτιδήποτε θα μπορούσε να μου δώσει οιαδήποτε πρόσθετη πληροφόρηση  για τον Δροσίνη, ώσπου, κατέληξα στην  όμορφη και γραφική ταβέρνα «Οι δυο γοργόνες», της αξιοθαύμαστης Κυρίας Ελένης  Αντώνογλου,  που παρά τα μπόλικα χρόνια  που σκέπαζαν τα  μακριά  χιονισμένα   της  μαλλιά , κρατούσε ακόμη ζωντανή , μια λεβεντιά και μια αρχοντιά ξεχωριστή .
Τα εδέσματα   πολλά και ξεχωριστά. Η δε ευγένεια και  η αρχοντιά της ιδιοκτήτριας μεγίστη.
Δεν αργήσαμε να  συστηθούμε και  καθήμενοι μεταξύ  κρασιού κι εδεσμάτων ν’ ανταλλάξουμε   διάφορα για τον Δροσίνη.
Μου εξιστόρησε λοιπόν  ότι «Οι δυο γοργόνες» , ουσιαστικά   ήταν η ίδια και η αδελφή της, η οποία σαφώς μεγαλύτερή της είχε γνωρίσει καλά τον ποιητή και κυρίως είχε ακούσει πολλά γι’αυτόν.
«…. Ήταν ευγενής , προσεκτικός στο λόγο του. Ποτέ δεν βιάζονταν σε ότι κι αν έκανε. Από όπου κι αν περνούσε άφηνε μια  ωραία αύρα  στο διάβα του. Έρχονταν πολύ συχνά στο Χορευτό, που λάτρευε κυριολεκτικά .Περπατούσε ώρες ατέλειωτες   παντού και γίνονταν ένα με τους απλούς ανθρώπους.
  Η αδελφή μου, μου μιλούσε  με τα θερμότερα λόγια για τις ωραίες συναναστροφές του, τη ωραία παρέα του, τις πολλές συναθροίσεις του στο όμορφο σπίτι στην Κηφισιά, όπου ο ίδιος διάβαζε  ….» .
Θυμάμαι ότι για όση  ώρα  μου μιλούσε η κα.Αντώνογλου  για τον Δροσίνη,  κοιτούσε γαλήνια  το πέλαγο και στα μάτια της καθρεφτιζόταν  μια βαθιά νοσταλγία για τα περασμένα που πάσχισε να μου ιστορήσει.